Γνωμοδότηση του γραφείου μας που ζητήθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελληνίου Συλλόγου Επαγγελματιών Αθλητισμού και Άσκησης (Π.Σ.Ε.Α.Α.) για την κάλυψη των νομίμων προϋποθέσεων για την ασφαλή από νομικής απόψεως καταγγελία παρανόμως λειτουργούντων χώρων παροχής υπηρεσιών άσκησης:

———————-

Σχετικά με τις καταγγελίες του συλλόγου προς την περιφέρεια για την λειτουργία παράνομων χώρων παροχής υπηρεσιών άσκησης η άποψή μου είναι η κάτωθι:

Θεωρώ ότι ως προς το τυπικό τους περιεχόμενο οι καταγγελίες που μου τέθηκαν υπόψη καλύπτουν επαρκώς το απαραίτητο και προβλεπόμενο από το νόμο περιεχόμενο.

Ως προς το διαδικαστικό μέρος των καταγγελιών, θεωρώ ότι η αυτοπρόσωπη κατάθεση στην αρμόδια υπηρεσία της περιφέρειας του άρθρου 9 του Π.Δ. 219/2006 με την κατάθεση και του σχετικού πρακτικού εξουσιοδότησης εκ μέρους του συλλόγου ισχυροποιεί απολύτως την καταγγελία και κινητοποιεί αποτελεσματικότερα τις νόμιμες διαδικασίες. Διότι η κατάθεση αποκτά αμέσως διοικητικά βεβαία χρονολογία μέσω της πράξης κατάθεσης που συντάσσεται επιτόπου και την πρωτοκόλλησή της με λήψη και του σχετικού αριθμού πρωτοκόλλου.

Στην περίπτωση όμως που αυτό δεν είναι εφικτό τότε η αποστολή της καταγγελίας με e-mail θεωρείται νόμιμος τρόπος υποβολής της καταγγελίας, αρκεί να ζητείται η αποστολή απαντητικού e-mail από την αρμόδια υπηρεσία της περιφέρειας όπου θα περιέχεται ο αριθμός πρωτοκόλλου κατάθεσής της.

Ως προς το ουσιαστικό μέρος και την πιθανότητα οι καταγγελίες να μην ευσταθούν, ποιες θα μπορούσαν να είναι οι σχετικές νόμιμες συνέπειες και ευθύνες του συλλόγου έναντι των εσφαλμένως καταγγελλομένων.

Κατ’ αρχήν δεν υφίσταται ποινική ευθύνη του καταγγέλλοντος σύμφωνα με το άρθρο 146 του Ποινικού Κώδικα, διότι αυτό προϋποθέτει γνώση του ψευδώς καταγγέλλοντος περί της ανυπαρξίας των καταγγελλομένων γεγονότων και εντούτοις η καταγγελία τους ψευδώς, πράγμα που δεν υπάρχει η περίπτωση να στοιχειοθετείται στην περίπτωση του συλλόγου.

Τώρα ως προς την πιθανότητα αστικής ευθύνης αποζημίωσης έναντι των εσφαλμένως καταγγελλομένων για ηθική βλάβη από προσβολή προσωπικότητας, σύμφωνα με τα άρθρα 56 και 57 του Αστικού Κώδικα, ισχύουν τα παρακάτω:

Προτείνω για να περιοριστεί η πιθανότητα αυτή αρχικά να μην δημοσιεύονται πουθενά τα πλήρη στοιχεία των καταγγελιών, δηλαδή ονόματα επιχειρηματιών ή επωνυμίες επιχειρήσεων και ιδίως στο διαδίκτυο. Μπορεί να γίνει μία δημοσίευση ότι ο σύλλογος ξεκίνησε να καταγγέλλει χώρους παροχής υπηρεσιών άσκησης που λειτουργούν χωρίς την απαραίτητη άδεια που προβλέπεται από τις διατάξεις του Π.Δ. 219/2006, χωρίς περαιτέρω συγκεκριμένες αναφορές. Αποφεύγεται έτσι η πιθανότητα επιδίωξης μέσω αγωγής αποζημίωσης η χρηματική ικανοποίηση και η άρση της προσβολής της εμπορικής φήμης και της προσωπικότητας του επιχειρηματία στην περίπτωση εσφαλμένης καταγγελίας, σε μεγάλο αριθμό προσώπων και ιδίως μέσω του τύπου.

Απομένει έτσι η περίπτωση αστικής ευθύνης του συλλόγου περί προσβολής της εμπορικής φήμης και προσωπικότητας των επιχειρηματιών μόνο έναντι της δημόσιας αρχής. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει ο σύλλογος να προσέχει τα παρακάτω:

Να επιβεβαιώνει το γεγονός της λειτουργίας των καταγγελλομένων επιχειρήσεων χωρίς την απαιτούμενη άδεια.

Να διερευνά μήπως η επιχείρηση που παρέχει υπηρεσίες άσκησης κατέχει άδεια πολυδυνάμου επιχειρήσεως, δηλαδή να λειτουργεί νομίμως και ως επιχείρηση που παρέχει εκτός από υπηρεσίες άσκησης στον χώρο της με πτυχιούχους ΤΕΦΑΑ και υπηρεσίες αισθητικής, ευεξίας κλπ. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν απαιτείται η κατοχή αδείας λειτουργίας γυμναστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 219/2006.

Ακόμα όμως και στην χειρότερη περίπτωση που παρά την επίδειξη άκρας επιμέλειας κατατέθηκε από τον σύλλογο εσφαλμένη καταγγελία, τότε ισχύουν τα παρακάτω:

Στην περίπτωση αυτή μπορεί ο αδίκως καταγγελλόμενος να θεωρήσει ότι προσβλήθηκε η προσωπικότητά του και υπέστη ηθική βλάβη και να επιδιώξει δικαστικά χρηματική αποζημίωση από τον σύλλογο. Θεωρώ όμως ότι η σχετική αγωγή του δεν θα ευδοκιμήσει στην περίπτωση του συλλόγου, διότι ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος, μόνο ως προς την αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, ενώ για την αξίωση χρηματικής, λόγω ηθικής βλάβης, ικανοποίησης, απαιτεί και το στοιχείο της υπαιτιότητας, δηλαδή άδικη και υπαίτια πράξη.

Το άδικο της πράξεως της εσφαλμένης καταγγελίας αίρεται και όταν αυτή γίνεται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις, γεγονός που ισχύει για τον σύλλογο. Επομένως, αιρομένου του άδικου χαρακτήρα της εσφαλμένης καταγγελίας αποκλείεται και το στοιχείο του παρανόμου της υπαίτιας και επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου, με βάση την οποία θα ζητηθεί αποζημίωση και το Δικαστήριο θα απορρίψει την σχετική αγωγή για χρηματική αποζημίωση.

Με απλά λόγια δηλαδή ο σύλλογος δεν θα κινδυνεύει ακόμα και σε αυτή την περίπτωση με καταδίκη σε χρηματική αποζημίωση αλλά μόνο σε υποχρέωση για την άρση της προσβολής με όποιον πρόσφορο τρόπο κρίνει το πιθανό Δικαστήριο και παράλειψή της στο μέλλον, σχετικά με τον προσβληθέντα. Στην περίπτωση επομένως που η εσφαλμένη καταγγελία δεν δημοσιοποιήθηκε αλλά κατατέθηκε μόνο στην αρμόδια αρχή, αυτό είναι ανώδυνο για τον σύλλογο και πραγματοποιείται με απλή ανάκληση της καταγγελίας, προαιρετικά με παροχή συγγνώμης στον εσφαλμένως καταγγελθέντα και παράλειψη νέας καταγγελίας στο μέλλον εφόσον ισχύουν τα ίδια πραγματικά δεδομένα.

Κανείς δεν μπορεί βέβαια να αποκλείσει σε κανέναν την προσφυγή στα δικαστήρια εναντίον οποιουδήποτε ακόμα και αν δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που θα στηρίξουν την προσφυγή αυτή. Ο σύλλογος όμως όταν κινείται στην διαδικασία των καταγγελιών εντός των νόμιμων ορίων δεν έχει να φοβηθεί ότι μπορεί να καταδικαστεί για οτιδήποτε.

Με εκτίμηση

Δημήτριος Θεοδωρόπουλος

Δικηγόρος

Νομικός Σύμβουλος