Ο γάμος και το πλέον πρόσφατο από αυτόν σύμφωνο συμβίωσης αποτελούν διαρκείς έννομες σχέσεις που ρυθμίζονται αυτοτελώς από το δίκαιό μας καθώς ο προσωποπαγής χαρακτήρας τους και η ιδιαίτερη σημασία τους για την ανθρώπινη εξέλιξη το καθιστούν αναγκαίο.
Αποτελούν την κύρια ύλη του οικογενειακού δικαίου όχι όμως και τη μόνη. Πράγματι ένας εύστοχος ορισμός γι’ αυτό είναι ότι αποτελεί σύνολο κανόνων δικαίου για τη ρύθμιση σχέσεων ανάμεσα σε πρόσωπα που συνδέονται μεταξύ τους με οικογενειακούς δεσμούς ή με δεσμούς παρόμοιους προς αυτούς.
Έτσι π.χ το οικογενειακό δίκαιο ρυθμίζει και το θεσμό της δικαστικής συμπαράστασης, νομική κατάσταση προσώπου στην οποία στερείται της ικανότητας ενέργειας όλων ή κάποιων δικαιοπραξιών (π.χ. να υπογράψει μια μίσθωση ή να πραγματοποιήσει μια αγορά) στην οποία ο συμπαραστάτης και ο συμπαραστατούμενος δεν είναι ανάγκη να βρίσκονται στην ίδια οικογένεια.
Ο χειρισμός δε υποθέσεων του οικογενειακού δικαίου απαιτεί πέραν από νομικές γνώσεις του σχετικού κλάδου και εμπειρία πάνω στη σχετική κοινωνική ύλη αλλά και γνώσεις ψυχολογίας καθώς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα στο πεδίο αυτό πολλές φορές δεν μπορεί να εξαναγκασθεί πλήρως νομικά αλλά απαιτεί συναίνεση των υποκειμένων που εμπλέκονται.
Ο γάμος είναι μια συμφωνία ή νομικά μια σύμβαση που ιδρύει μια μόνιμη συμβίωση ανάμεσα σε πρόσωπα διαφορετικού φύλλου.
Εναλλακτική μορφή στο γάμο αποτελεί το νεοεισαχθέν στην Ελλάδα σύμφωνο συμβίωσης το οποίο μάλιστα ως θεσμός έχει ήδη προκαλέσει μια καταδίκη της από το ΕΔΔΑ με την από 7/11/2013 απόφαση καθώς απέκλεισε τα ομόφυλα ζευγάρια από τη δυνατότητα σύναψης του.
Φαίνεται όμως ότι το σύμφωνο συμβίωσης δεν έλυσε τα προβλήματα και στα ετερόφυλα ζευγάρια που το επέλεξαν, αφού ο νόμος που το εισήγαγε και ακόμη ισχύει ρυθμίζει μόνο το θέμα της απόκτησης τέκνων (και τα εξομοιώνει με τέκνα γεννημένα σε γάμο σύμφωνα με τα όσα παρακάτω θα εκτεθούν) και της εξ’ αδιαθέτου (χωρίς διαθήκη) διαδοχής(κληρονομιάς) αφήνοντας όμως σημαντικά ζητήματα όπως αυτό της κοινωνικής ασφάλισης του συντρόφου αλλά και πολλά άλλα αρρύθμιστα παρότι μάλιστα ως προς τα κωλύματα σύναψής τους εξομοιώνεται με γάμο.
Η πλέον πρόσφατη επέκταση του συμφώνου συμβίωσης μεταξύ των ομόφυλων ζευγαριών με την ψήφιση από το ελληνικό κοιοβούλιο στις 28/12/2015 του ν. 4356/2015 επέλυσε οριστικά το ανωτέρω ζήτημα επιφέροντας την επίσημη, νομική αναγνώριση των ομόφυλων ζευγαριών η οποία πηγάζει από τις αρχές της ισότητας και του σεβασμού της προσωπικότητας όπως αυτές προστατεύονται από το ελληνικό Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ.
Η αναγνώριση βέβαια της ισχύος του συφώνου συμβίωσης δεν συνιστά την μόνη νομοθετική τομή που επέφερε η ψήφιση του ν. 4356/2015 αλλά επετεύχθη και έανς εκσυγχρονισμός του δικαίου μας μέσω της αναγνώρισης οικογενειακών δεσμών μεταξύ των μερών και της ενίσχυσης της ιδιωτικής αυτονομίας στις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων.
Η συμφωνία για το γάμο δίνεται αυτοπροσώπως και αφορά κατ’ αρχήν ενήλικες άνω των 18 ετών. Οι αντιπρόσωποι ή πληρεξούσιοι αποκλείονται. Ο γάμος τελείται πλέον είτε με ιερολογία και μάλιστα εάν οι μελλόνυμφοι είναι ετερόδοξοι ή ετερόθρησκοι με τις ιερολογίες και των δύο θρησκειών ή δογμάτων, είτε με σύγχρονη δήλωση και των δύο μελλονύμφων προς το Δήμαρχο ή τον Πρόεδρο της κοινότητας όπου τελείται ο γάμος.
Για να τελεστεί γάμος χρειάζεται σε κάθε περίπτωση άδεια του Δημάρχου ή του Προέδρου της κοινότητας της τελευταίας κατοικίας καθενός των μελλονύμφων.
Τα τέκνα που γεννιούνται μέσα στο γάμο ή εν ισχύ του συμφώνου συμβίωσης αλλά και αυτά που γεννήθηκαν τριακόσιες (300) ημέρες από τη λύση τους ή την ακύρωσή τους τεκμαίρονται ότι έχουν πατέρα τον σύζυγο ή τον σύντροφο της μητέρας.
Τα τέκνα αυτά και όσα εξομοιώνονται με αυτά (δηλαδή που αναγνωρίστηκαν από τον πατέρα τους με δικαστική απόφαση ή υιοθετήθηκαν) διατηρούν δικαίωμα διατροφής από τους γονείς τους. Η υποχρέωση αυτή διατροφής των γονέων μοιράζεται μεταξύ τους ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Δηλαδή ο πιο πλούσιος γονέας έχει μεγαλύτερη υποχρέωση από τον φτωχότερο ανάλογα με τις δυνάμεις του σε σχέση με τις δυνάμεις του άλλου.
Γενικότερα η ρύθμιση διατροφής περιλαμβάνεται στο οικογενειακό δίκαιο και εκτός της περίπτωσης των τέκνων απαιτεί απορία των δικαιούχων.
Τέλος, διατροφή προβλέπεται και μεταξύ των συζύγων εξαρτάται όμως η χορήγηση της απο την υπαιτιότητα για το διαζύγιο και προτείνεται εναντίον της αξιώσεως αυτής η ένσταση διακινδύνευσης. Οι περιουσιακές σχέσεις των συζύγων μετά το διαζύγιο ή τη διάσπαση, εκτός εάν υπάρχει προγαμιαίο συμβόλαιο, ρυθμίζονται απο μιά ειδική αξίωση του Αστικού μας Δικαίου την Αξίωση συμμετοχής στα Αποκτήματα.