Η κοινωνική ασφάλιση (social insurance)
αποσκοπεί στην αναπλήρωση του εισοδήματος των μισθωτών, των δημοσίων υπαλλήλων και των αυτοαπασχολούμενων στην περίπτωση που διακοπεί οριστικά ή προσωρινά η σχέση εργασίας ή η επαγγελματική τους απασχόληση, επειδή επήλθε κάποιος από τους προκαθορισμένους κοινωνικοασφαλιστικούς κινδύνους. Ορισμένα κράτη αντί της αναπλήρωσης του εισοδήματος των ασφαλισμένων προβλέπουν την καταβολή ελάχιστων παροχών στον πληθυσμό, ώστε καθένας να ζει με αξιοπρέπεια.
Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για σύστημα κοινωνικής ασφάλειας (social security).
Η χρήση του επιθέτου «κοινωνική» ως προσδιορισμός της «ασφάλισης» δηλώνει ότι οι κοινωνικοασφαλιστικοί κίνδυνοι αντιμετωπίζονται συλλογικά και όχι ατομικά.
Επίσης, υπογραμμίζει το ενδιαφέρον της κοινωνίας για την κοινωνική ασφάλιση. Με τον θεσμό αυτόν εξασφαλίζονται η κοινωνική ειρήνη και συνοχή, αφού ο ασφαλισμένος και τα τυχόν προστατευόμενα μέλη της οικογένειάς του απαλλάσσονται από τον φόβο και την ανασφάλεια και συμμετέχουν στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας.
Ταυτόχρονα ο θεσμός της κοινωνικής ασφάλισης συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη, διότι διατηρεί τη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών.
Η κοινωνική ασφάλιση επηρεάζεται βαθύτατα από τις κοινωνικές, οικονομικές και ιδεολογικές εξελίξεις και προσαρμόζεται σε αυτές.
Η υποχρέωση του κράτους να οργανώνει και να διατηρεί σύστημα κοινωνικής ασφάλισης αναπτύχθηκε σε οικονομικά συστήματα της ελεύθερης οικονομίας στα τέλη του 19ου αιώνα, ως μέσον περιορισμού της διάδοσης των σοσιαλιστικών ιδεών και της αντιμετώπισης της εξαθλίωσης των εργατών κατά τη μετάβαση από τις αγροτικές οικονομίες και κοινωνίες στις βιομηχανικές.
Προσαρμόσθηκε στα σοσιαλιστικά οικονομικά συστήματα στις αρχές του 20ού αιώνα και σήμερα λειτουργεί σε μεικτά οικονομικά συστήματα, όπου η ιδιωτική πρωτοβουλία και ο κρατικός σχεδιασμός συνυπάρχουν.
Η κοινωνική ασφάλιση, ενώ ήταν δεσπόζουσα ως μέσον κοινωνικής προστασίας στα ανεπτυγμένα κράτη κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, σήμερα παρουσιάζει σημάδια κόπωσης, κυρίως επειδή δεν έχει προσαρμοσθεί στα σύγχρονα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα.
Οι ιδέες, οι νομικές έννοιες και τα μέσα της βιομηχανικής επανάστασης δεν αρκούν για να υποστηρίξουν τη μετάβαση από τη βιομηχανική κοινωνία στην κοινωνία της πληροφορίας, από την εθνική ή την περιφερειακή οικονομία στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και τις συνακόλουθες αλλαγές των κοινωνικών σχέσεων, συμπεριλαμβανομένων των εργασιακών και των οικογενειακών.
Η αυθυπαρξία του θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης σε σχέση με την ιδιωτική ασφάλιση από τη μια και με τα άλλα μέσα της κοινωνικής προστασίας από την άλλη θα κριθεί από την ικανότητα της προσαρμογής του στα νέα δεδομένα.